Παρασκευή 17 Ιουλίου
Ιούλιος πια… Διακοπές για κάποιους, αναμονή διακοπών για άλλους, ξεχνάμε διακοπές για κάποιους (πολλούς)… Και μέσα σε όλα (για να μην ξεχνιόμαστε) και ο COVID-19 ή κορονοδιαβολος! Αλλά είπαμε πως ότι πονάει διαγράφεται με συνοπτικές διαδικασίες! Πίσω λοιπόν στις αναμνήσεις μου που είναι πιο … σίγουρες!
Καλοκαίρι, σωτήριον έτος 1985! Νιόπαντρη και οι πρώτες διακοπές μας με τον Γιώργο! Βλέπεις καλό μου ημερολόγιο, ποτέ δεν είχαμε πάει διακοπές μαζί και ξέρω ότι στις μέρες μας ακούγεται «κάπως»… παλαιολιθικό το σκηνικό, αλλά ας είναι καλά, τα…ήθη και τα έθιμα της μητέρας μου! (Διακοπές με άντρα άνευ γάμου, ένα βήμα πριν το πεζοδρόμιο!)
Ο προορισμός μας, ένα ήσυχο ψαροχώρι έξω από το Γαλαξίδι. Πως και γιατί πήγαμε εκεί, μην ρωτήσεις, θα σε γελάσω! Εγώ μέσα στην τρελή χαρά, οι πρώτες μου διακοπές αφενός, νιόπαντρη αφετέρου! Πολύ θέλει ο άνθρωπος να γελάει σαν…χάχας συνεχώς;
Πρώτη μέρα στην παραλία, απλώνω ψάθες, απλώνω πετσέτες, απλώνω (πάνω μου) αντιηλιακά, απλώνω βιβλία, έτοιμη! Ο Γιώργος όρθιος, περιμένει.
«Άντε, θα μπούμε;» Ρωτάει και το εννοεί. Δεν του χαλάω χατήρι, μπαίνουμε. Όλα τα ρώτησα όταν τον γνώρισα, όλα τα έμαθα, μόνο ταυτότητα που δεν του ζήτησα (τώρα που το λέω κι αυτή την ζήτησα!) ένα δεν έμαθα παρά μόνο εκείνη την ημέρα: Ο Γιώργος αντιπαθεί την θάλασσα! Κι όταν ήταν παιδί, η γιαγιά του, για να τον πείσει να μπει, έμπαινε η ίδια, (φοβόταν κιόλας γιατί δεν ήξερε κολύμπι, μέχρι τα γόνατα έφτανε το θάρρος της) μαζί με ένα μπολ ρύζι και ο μικρός Γιωργάκης, για να φάει το ρύζι που λατρεύει, έμπαινε στην θάλασσα!
Εμείς ρύζι δεν είχαμε, μια που μπήκε και βράχηκε, μια που βγήκε! Μαζί κι εγώ και ξανά από την αρχή τα αντηλιακά. Δεν πρόλαβα να καθίσω, να νιώσω ότι κάνω ηλιοθεραπεία, το στεφάνι μου όρθιο πάλι! «Φεύγουμε;» Ρωτάει και το εννοεί! Διότι δεν του άρεσε και το αλάτι πάνω του! Δικαιολογίες εντελώς,γιατί το είδα εγώ το μάτι του που έπεσε στην μοναδική ταβέρνα που διέθετε η περιοχή και βιαζόταν να πάμε εκεί! Επίσης το μοναδικό φαγητό που διέθετε η εν λόγω ταβέρνα, ήταν κοντοσούβλι! (Ψάρι δεν έβαζα και δεν βάζω στο στόμα μου εγώ, καταραμένη κληρονομικότητας από τον πατέρα μου!).
Τρώμε το κοντοσούβλι, νόστιμο ήταν δεν λέω, αλλά και το βράδυ το ίδιο είχε! Και την επόμενη μέρα το ίδιο! Μεσημέρι βράδυ, επί δυο μέρες, κοντοσούβλι τρώγαμε! Και στην θάλασσα, το ίδιο βιολί! Πάμε βουτάμε, φεύγουμε! Την τρίτη μέρα, (τόσο άντεξα) πάτησα πόδι! Διότι εγώ δεν θα επέστρεφα μετά τις πρώτες μου διακοπές κάτασπρη έχοντας σιχαθεί το κοντοσούβλι που κατά τα αλλά μου αρέσει πολύ!
Καλό μου ημερολόγιο, έπρεπε να έβλεπες το ύφος του, όταν τον πασάλειψα αντιηλιακό! Για πρώτη φορά στην ζωή του! Λίγη αηδία, λίγα νεύρα και παααρα πολύ…. «το πεπρωμένο φυγείν αδύνατον»! Μια ώρα άντεξε και λίγο πριν γίνει …πύραυλος, τον πήρα και φύγαμε. Για πρώτη φορά, καλά τα είχαμε καταφέρει! Με νίκησε κατά κράτος στην συνέχεια, όταν πήγαμε για φαγητό στο Γαλαξίδι… Δεν τρωγόταν ότι παραγγείλαμε… «Δεν σου άρεσε το κοντοσούβλι,ε;» ήταν η μόνη του ερώτηση….
Από την άλλη μέρα, άρχισε η άκρατη και επαναλαμβανόμενη κοντοσουβλιοφαγία (απόλυτα ταιριαστός όρος!) που μια μόνο μέρα, έσπασε με συκωταριά στο τηγάνι! Αφού δεν ανεβάσαμε χοληστερίνη σε εκείνες τις διακοπές, πάλι καλά. Πάντως τρεις και πλέον δεκαετίες μετά, εκείνο το ψαροχώρι, πάντα Άγιοι Κοντοσούβλιδες το λέμε!
ΥΓ: Η φωτογραφία από τότε, με το μαλλί για αγνώστους λόγους, περμανάντ!