Σοκάρει η εξομολόγηση που έκανε ο αστρολόγος Γιώργος Πανόπουλος, ο οποίος νοσηλεύτηκε με κορονοϊό στον Ευαγγελισμό.
Ο αγαπητός αστρολόγος περιέγραψε πόσο απελπίστηκε με την κατάσταση που βίωσε, πόσο φοβήθηκε τον θάνατο και πόσο κοντά του έφτασε!
«Μου φοράνε πάνες… Νιώθω ανίσχυρος: δεν ελέγχω τίποτα… Είμαι ένα παιδί τρομοκρατημένο …Δεν μπορώ να κλάψω, να φωνάξω, να θυμώσω, να ξεσπάσω: Δεν θέλω να πεθάνω. Δεν θέλω», ήταν κάποιες από τις μαύρες σκέψεις του τις ατελείωτες ώρες της νοσηλείας του.
Ο γνωστός αστρολόγος περιέγραψε όλα όσα μαρτυρικά πέρασε εκείνα τα 24ωρα, στο doctv.gr, και μας σόκαρε!
Διαβάστε ένα απόσπασμα:
«Σε μία ώρα από την άφιξη μου βρίσκομαι σε ένα κρεβάτι με ορούς να τρέχουν στις φλέβες μου. Δεν θυμάμαι την αλληλουχία των γεγονότων όμως την επόμενη μάλλον μού χορηγούν επειγόντως οξυγόνο με ρινικό καθετήρα υψηλής ροής, που σημαίνει ότι το δικό μου οξυγόνο είναι στα τάρταρα. Είναι τόσο ισχυρή αυτή η ροή που κάνει το κεφάλι μου ηχείο και για πολλές μέρες ακούω ένα συνδυασμό που μοιάζει με θύελλα, κύματα και φασαρία και κάνει τον ύπνο αδύνατο. Ταυτόχρονα καλωδιώνομαι και συνδέομαι με ένα μόνιτορ που παρακολουθεί την καρδιά, το οξυγόνο και πολλά άλλα που δεν καταλαβαίνω -ένα αντίστοιχο έχουν αλλού οι γιατροί για να με παρακολουθούν 24 ώρες το εικοσιτετράωρο.
Το μόνιτορ βγάζει συνεχώς ήχους συναγερμού. Στις φλέβες μου μπαίνουν οροί που τελειώνουν και σε λίγο μπαίνουν άλλοι ξανά και ξανά- κορτιζόνη, αντιικά, αντιβίωση. Θερμομέτρηση συνεχώς. Πρέπει να αλλάξουμε φλέβα. Μπαίνει καθετήρας. Μου φοράνε πάνες. Δεν μπορώ σχεδόν να μιλήσω κι όταν μιλάω η φωνή που βγαίνει είναι ενός γέροντα σε ρόγχο- ταράζομαι. Νιώθω ανίσχυρος: δεν ελέγχω τίποτα. Όλες τις ώρες της ημέρας νοσηλευτές αλλάζουν τους ορούς, μου παίρνουν αίμα, μου κάνουν αντιπηκτικές ενέσεις. Είμαι ένα παιδί τρομοκρατημένο από το αίσθημα της ανυπαρξίας. Σκέψεις θανάτου -βλέπω το θάνατό μου βυθισμένος στον πυρετό, την εξάντληση και την απελπισία.
Ακόμα και οι ευτυχισμένες στιγμές της ζωής μου που προσπαθώ να επαναφέρω μου φαίνονται σκοτεινές. Το μικρό παιδί μέσα μου ουρλιάζει, κλαίει, τρέμει από το φόβο κι εγώ ο μεγάλος δεν μπορώ να του πω τίποτα για να το ηρεμήσω. Δεν μπορώ να κλάψω, να φωνάξω, να θυμώσω, να ξεσπάσω: Δεν θέλω να πεθάνω. Δεν θέλω.»